Όπως έχει γίνει γνωστό, στην τελική πρόταση που διαμορφώνεται, υπό την πίεση και της ανάγκης να υπάρξουν οι 200 ψήφοι που απαιτεί το Σύνταγμα, θα μπει ως χρονικό όριο για την απουσία από τη χώρα τα 35 χρόνια, θα είναι προϋπόθεση η κατοχή ΑΦΜ και δεν θα επιτραπεί η επιστολή ψήφος παρότι το Σύνταγμα την επιτρέπει.
Τα επιχειρήματα είναι λίγο πολύ γνωστά. Το χρονικό όριο τίθεται επί της ουσία για να μείνουμε εντός των ορίων των μεταναστών πρώτη γενιάς, το ΑΦΜ ως τεκμήριο ενεργού σχέσης με τη χώρα και η επιστολή ψήφος δεν περιλαμβάνεται εξαιτίας του φόβου ότι θα υπάρξουν παραβιάσεις της μυστικότητας της ψήφου. Προς δικαιολόγηση των περιορισμών έχουν και οι σχετικές κατευθύνσεις της Επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, που παρά το συμβουλευτικό χαρακτήρα της έχει μεγάλο κύρος, που αποδέχεται τη δυνατότητα στα κράτη να θέτουν περιορισμούς στο δικαίωμα ψήφου των εκτός επικρατείας εκλογέων.
Βέβαια, ο πραγματικός λόγος είναι η επίγνωση ότι το εύρος των ανθρώπων που μένουν στο εξωτερικό αλλά είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους  είναι μεγάλο και ακόμη μεγαλύτερο το εύρος των ανθρώπων που έχουν ή μπορούν να διεκδικήσουν την ιθαγένεια και κατά συνέπεια το δικαίωμα εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους. Σε πείσμα των εύκολων σχηματοποιήσεων για την υποτιθέμενη πιο συντηρητική στάση των ελλήνων του εξωτερικού, στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε ποια θα είναι η εκλογική τους στάση και θα το διαπιστώναμε μόνο εάν ψήφιζαν.

Τα παραδείγματα του εξωτερικού

Η ψήφος των εκλογέων εξωτερικού δεν είναι ένα τωρινό ερώτημα. Δεν αναφερόμαστε απλώς στο ότι ο συνταγματικός νομοθέτης το έχει ορίσει ως δυνατότητα ήδη από το 1975, αλλά και στο γεγονός ότι άλλες χώρες έχουν τέτοιες δυνατότητες από τις αρχές του 20ου αιώνα.
Αυτή τη στιγμή η δυνατότητα ψήφου των εκλογέων εξωτερικού είναι κατοχυρωμένη σε τουλάχιστον 115 χώρες. Οι μορφές που προσφέρονται είναι η ψήφος σε προξενικά γραφεία, η επιστολή ψήφος, η ψήφος δι’ αντιπροσώπου (voting by proxy) και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και η ηλεκτρονική ψήφος (όπως π.χ. στην Εσθονία).
Οι περισσότερες χώρες διευκολύνουν την ψήφο των εκλογέων εξωτερικού για τις εθνικές εκλογές (ή τις ευρωπαϊκές) όχι όμως πάντα για τις δημοτικές και περιφερειακές. Παρότι έχουν καταγγελθεί κρούσματα νοθείας, εντούτοις σε γενικές γραμμές το σύστημα της επιστολικής  ψήφου έχει καθιερωθεί και υπάρχουν οι σχετικές διαδικασίες που έχουν δοκιμαστεί στην πράξη.
Πάντως, υπάρχουν χώρες όπου το ποσοστό των ανθρώπων που ψηφίζουν με άλλες μεθόδους πέραν της αυτοπρόσωπης ψήφου στα εκλογικά τμήματα την ημέρα των εκλογών είναι πολύ μεγάλο.
Για παράδειγμα στις ΗΠΑ στις εκλογές του 2016 το σύνολο των ψηφοφόρων που δεν ψήφισαν την ημέρα των εκλογών στα εκλογικά τμήματα  και προτίμησαν είτε να ψηφίσουν νωρίτερα είτε τις παραλλαγές της επιστολικής ψήφου, έφτασε τα 57.2 εκατομμύρια ψήφους και περίπου τα δύο πέμπτα του εκλογικού σώματος.

Τα ζητήματα του χρονικού ορίου στην απουσία

Οι περισσότερες χώρες δεν θέτουν κάποιο χρονικό όριο στην απουσία. Ωστόσο, υπάρχουν χώρες που έχουν αυτόν τον περιορισμό. Για παράδειγμα η Βρετανία έχει ως ότι τα 15 χρόνια απουσίας, η Σουηδία τα 10 (με δυνατότητα ανανέωσης), ενώ και η Γερμανία βάζει έναν περιορισμό να έχουν ζήσει για κάποιο ελάχιστο διάστημα στη Γερμανία.
Βέβαια, οι περιορισμοί αυτοί, όπως και οι περιορισμοί που υπάρχουν σε χώρες όπως η Ιρλανδία συνολικά στην ψήφο των εκλογέων εξωτερικού, έχουν σε κάποιες περιπτώσεις να κάνουν με το ότι σε αρκετές χώρες το δικαίωμα στην ψήφο είναι στενά συνδεδεμένο με την μόνιμη κατοικία.

Η Εσθονία και η ηλεκτρονική ψήφος

Η ηλεκτρονική ψήφος πάντως παραμένει ένα πιο ευαίσθητο ζήτημα και σε ελάχιστες χώρες έχουν γίνει βήματα. Κυρίως έχει δοκιμαστεί πειραματικά σε τοπικό επίπεδο, με σκοπό και να δοκιμαστούν οι τεχνολογίες που συνδέονται με την διαδικτυακή ψήφο.
Όμως, υπάρχει και μια εξαίρεση: η Εσθονία όπου το σύστημα δείχνει να λειτουργεί καλά, αν σκεφτούμε ότι το 2019 στις βουλευτικές εκλογές το 43,8% ψήφισε μέσω διαδικτύου. Βέβαια σε αυτό βοηθάει η εξαιρετικά μεγάλη ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών και ιδίως των τεχνολογιών της ψηφιακής διακυβέρνησης στη χώρα της Βαλτικής.

Ελλάδα: η λογική του πρώτου βήματος

Στην Ελλάδα φαίνεται ότι με δεδομένους τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς προκρίνεται η λογική του να γίνει απλώς το πρώτο βήμα και να κατοχυρωθεί ότι για πρώτη φορά θα μπορούν οι έλληνες εκλογείς του εξωτερικού, έστω και με περιορισμούς να ψηφίζουν από το εξωτερικό.
Ωστόσο, υπάρχει ένα ερώτημα που αφορά το σε ποιο βαθμό θα υπάρξουν νομικές μορφές αμφισβήτησης της συγκεκριμένης διαδικασίας. Τόσο το ζήτημα του χρονικού περιορισμού παραμονής στο εξωτερικό όσο και το θέμα της κατοχής ΑΦΜ, αναμένεται να βρεθούν στο στόχαστρο προσφυγών που θα επικαλεστούν τα ζητήματα ανισότητας που δημιουργούνται για εκλογείς που κατά τα άλλα είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους.
Οι δυσκολίες αυτές δεν προέκυψαν τώρα φυσικά. Το γεγονός ότι δεν δοκιμάστηκε να λυθεί το θέμα νωρίτερα έχει να κάνει ακριβώς με τις πραγματικές δυσκολίες και τα εξίσου πραγματικά ερωτήματα που προκύπτουν κατά τη μετάβαση από τη γενική επίκληση της ψήφου των αποδήμων στη θεσμική τους αποτύπωση.


Το ερώτημα της σύνθεσης του εκλογικού σώματος

Όλα αυτά έχουν να κάνουν και με τα ανοιχτά θέματα που υπάρχουν στη χώρα μας σε σχέση με τα ζητήματα ιθαγένειας. Η διατήρηση μιας ισχυρής εκδοχής «δίκαιου του αίματος» διευρύνει σε μεγάλο βαθμό τον αριθμό αυτών που έχουν ή μπορούν να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια και κατ’ επέκταση να εγγραφούν σε εκλογικούς καταλόγους, ενώ κατοικούν στο εξωτερικό.
Την ίδια ώρα η ίδια λογική καθιστά σε γενικές γραμμές αρκετά δύσκολη την απόκτηση ιθαγένειας για τους μακροχρόνια διαμένοντες στην Ελλάδα μετανάστες, παρότι αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτό αναδεικνύει το πρόβλημα του ορισμού του έθνους ως πολιτικού (και εκλογικού) σώματος. Αποτελείται κυρίως από αυτούς που έχουν τον πρακτικό άμεσο δεσμό της ζωής στα όρια του ίδιου κράτους, ή αφορά και τον ψυχικό ή συναισθηματικό δεσμό του έθνους ως ταυτότητας;
Από την άλλη, το πρόβλημα με τους συμπολίτες μας, συχνά νέους, που αναγκάστηκαν να μεταναστεύουν τα τελευταία χρόνια και επιθυμούν να διατηρήσουν έμπρακτα την πολιτική σχέση με την πατρίδα τους είναι πραγματικό.
Μέχρι τώρα οι επιλογές για την αναμέτρηση με αυτά τα ζητήματα έδειχναν να είναι δύο: είναι η επιλογή της σημαντικής διεύρυνσης του εκλογικού σώματος, είτε η επιλογή το ζήτημα να μετατεθεί για άλλη μια φορά στο μέλλον.
Επιλέχτηκε, μια πιο ενδιάμεση στάση, δηλ. η κατοχύρωση του δικαιώματος με περιορισμούς. Μένει να δούμε εάν αυτό θα μπορέσει να προχωρήσει και να εφαρμοστεί ή εάν θα χρειαστεί και νέα επανεξέταση του θέματος.