Ο Γκραντ Σιλντς δίδασκε, την προηγούμενη εβδομάδα, ένα σεμινάριο σε 24 μαθητές Κολλεγίου, όταν, ξαφνικά, επικράτησε στο μυαλό του το απόλυτο κενό. Ξέχασε το όνομα του βοηθού του.

«Ντράπηκα τόσο πολύ», λέει ο Δρ Σιλντς, ο οποίος νομίζει ότι άκουσε τους μαθητές να γελούν, όταν είπε λάθος όνομα και προσπαθούσε να το θυμηθεί. «Μακάρι η μνήμη μου να ήταν τόσο καλή όσο ήταν κάποτε».

Ο Δρ. Σιλντς είναι 32 ετών. Είναι ερευνητής μνήμης και δίδασκε μάθημα για το πώς το άγχος επηρεάζει τη γνωστική λειτουργία.

Ειδικοί στη μνήμη αναφέρουν ότι όλο και περισσότεροι από εμάς έχουμε αρχίσει να ξεχνάμε, συχνότερα, ανά στιγμές, ορισμένα πράγματα. Δυσκολευόμαστε να θυμηθούμε απλά πράγματα: ονόματα φίλων και συναδέλφων που έχουμε καιρό να δούμε, λέξεις δηλαδή που θα έπρεπε να μας έβγαιναν αυθόρμητα, ενώ, έχουμε αρχίσει να ξεχνάμε ακόμη και το πώς να κάνουμε απλές πράξεις ρουτίνας, που κάποτε έμοιαζαν με δεύτερη φύση μας.

Ζούμε σε μία περίοδο μεγάλης αλλαγής, επιστρέφουμε στα γραφεία και δημιουργούμε νέες ρουτίνες, με αποτέλεσμα να πρέπει να βρούμε τα πατήματά μας σε μία νέα κανονικότητα. (Και όλα αυτά ενώ, παράλληλα, εκτυλίσσεται ένας τρομακτικός πόλεμος στην Ευρώπη.) Aυτή η αλλαγή που βιώνουμε καταναλώνει γνωστική ενέργεια, συχνά πολύ περισσότερη από ό,τι νομίζουμε, υποστηρίζουν οι νευροεπιστήμονες. Γι’ αυτό, πολλές φορές, δεν θυμόμαστε τι φάγαμε για πρωινό. Το μυαλό μας «παλεύει» σε μία μεταβατική περίοδο.

«Οι εγκέφαλοί μας είναι σαν υπολογιστές που έχουν πολλές καρτέλες ανοιχτές», υποστηρίζει η Σάρα Μέντνικ, νευροεπιστήμονας και καθηγήτρια γνωστικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Ιρβάιν. «Αυτό επιβραδύνει την ικανότητά μας να επεξεργαζόμαστε γεγονότα, και η μνήμη αρχίζει να φθείρεται».

Το χρόνιο και σωρευτικό άγχος, που βιώνουμε, τα δύο τελευταία χρόνια, έχει αρχίσει να μας καταβάλλει. Έρευνα με επικεφαλής τον Δρ. Σιλντς δείχνει ότι όσοι έχουν αντιμετωπίσει, πρόσφατα, στρεσογόνους παράγοντες έχουν εξασθενημένη μνήμη. Το άγχος επηρεάζει αρνητικά το εύρος προσοχής και τον ύπνο μας, τα οποία, με τη σειρά τους, επηρεάζουν τη μνήμη μας. Ακόμη, το χρόνιο στρες μπορεί να βλάψει τον εγκέφαλό μας, προκαλώντας περαιτέρω προβλήματα μνήμης, λέει ο Δρ. Σιλντς, βοηθός καθηγητή στο τμήμα ψυχολογικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας.

Ο καταιγισμός πληροφοριών, τις οποίες λαμβάνουμε μέσω πολλαπλών καναλιών, υπερφορτώνει τους εγκεφάλους μας. Δεν μπορούμε εύκολα, πλέον, να εστιάσουμε κάπου συγκεκριμένα την προσοχή μας, κάνουμε, συνεχώς, scroll στα τηλέφωνά μας, ενώ, παράλληλα, κάνουμε κι άλλα πράγματα, γεγονός που οι νευροεπιστήμονες υποστηρίζουν ότι δυσκολεύει, εξαρχής, την κωδικοποίηση των αναμνήσεων. Και μπορεί να μην είναι εύκολο να θυμόμαστε κάτι μεμονωμένα, όπως το όνομα ενός συναδέλφου που, ξαφνικά, άρχισε να μας μιλάει αυτοπροσώπως και όχι μέσω του Zoom.

Έπειτα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι ημέρες μας ήταν πανομοιότυπες. Πώς υποτίθεται ότι θα θυμόμαστε ένα συγκεκριμένο γεγονός ,όταν κάθε μέρα ήταν ακριβώς η ίδια με την προηγούμενη;

«Η μνήμη ωφελείται από την καινοτομία», υποστηρίζει ο Ζακαράια Ριγκ, γνωστικός νευροεπιστήμονας και βοηθός καθηγητή ψυχολογικών επιστημών και επιστημών του εγκεφάλου στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις. «Όταν όλες οι συνήθειές μας μοιάζουν μεταξύ τους, είναι δύσκολο να θυμόμαστε κάποια από αυτές ως ξεχωριστή».

Η Μισέλ Τράιαντ, 39 ετών, αναφέρει ότι τα δύο χρόνια της πανδημίας φταίνε που, πρόσφατα, ξέχασε πώς λέγεται ένα μέρος του σώματός της. Όταν η τετράχρονη κόρη της την ρώτησε: «Μαμά, μεγάλωσα μέσα στην κοιλιά σου;» Ένιωσε την ανάγκη να της κάνει μάθημα ανατομίας και άρχισε να της εξηγεί. «Όχι, γλυκιά μου, στην πραγματικότητα, μεγάλωσες στο… », αλλά δεν της ερχόταν η λέξη. Άρχισε να τραυλίζει, ελπίζοντας ότι, κάποια στιγμή, θα βρει τη σωστή λέξη.

Η επτάχρονη κόρη της πετάχτηκε, τότε, και είπε στη μικρότερη αδελφή της: «Εννοεί στη μήτρα της». «Τα μωρά μεγαλώνουν στη μήτρα της μητέρας τους. Ταυτόχρονα, όμως, μεγαλώνει η κοιλιά της, γι’ αυτό μπερδευόμαστε.»

«Μακάρι να είχαμε τη μνήμη που έχει ένα παιδί πρώτης δημοτικού», προσθέτει η Tράιαντ, η οποία ζει στην Κοιλάδα Spokane, στην Oυάσιγκτον.

Η μνήμη φθίνει όσο μεγαλώνουμε σε ηλικία, αλλά η ιατρική επιστήμη δεν έχει καταστήσει σαφές το πότε ακριβώς. Οι άνθρωποι γερνούν γνωστικά με διαφορετικούς ρυθμούς.

Ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι η μνήμη των ανθρώπων φθάνει στο ύψιστο σημείο απόδοσής της γύρω στα 20 και, έπειτα, αρχίζει, σταδιακά, να  μειώνεται. Άλλες έρευνες δείχνουν ότι η μνήμη αρχίζει να μειώνεται απότομα περίπου στην ηλικία των 60 ετών, όπως αναφέρει ο Δρ. Ριγκ. Εάν ανησυχείτε για τη μνήμη σας, θα πρέπει να πάτε στον γιατρό σας, ειδικά εάν και οι γύρω σας παρατηρήσουν ότι έχετε ξεκινήσει να έχετε απώλειες μνήμης.

Τι συνιστούν οι ειδικοί για την ενίσχυση της μνήμης;

Μην πιέζετε τον εαυτό σας. Το να πιέζετε τον εαυτό σας να θυμηθεί κάτι είναι αντιπαραγωγικό. Θα απογοητευτείτε, κι αυτή η απογοήτευση επιτρέπει στο συναισθηματικό μέρος του εγκεφάλου σας να μην αφήσει εκείνα τα μέρη του εγκεφάλου που ανακτούν αναμνήσεις να λειτουργήσουν σωστά, αναφέρει η Τζένιφερ Κίλκους, κλινική ψυχολόγος υγείας και βοηθός καθηγητή ψυχιατρικής στο Τμήμα Ιατρικής στο Γέιλ. Χαλαρώστε και μην πιέζετε τον εαυτό σας. Πάρτε βαθιές ανάσες για να ηρεμήσει ο εγκέφαλός σας και προσπαθήστε ξανά, αργότερα.

Σταματήστε το multitasking. Είναι δύσκολο να θυμηθείτε κάτι, ή να απομνημονεύσετε κάτι εξαρχής , όταν κάνετε δύο πράγματα ταυτόχρονα, προσθέτει Δρ. Κίλκους. Γι’ αυτό αφήστε για λίγο το κινητό σας. (Αυτό θα βοηθήσει, επίσης, να μειωθεί ο υπερβολικός όγκος πληροφοριών που λαμβάνουμε καθημερινά.) Προσπαθήστε να κάνετε ένα πράγμα τη φορά. Δώστε προσοχή και στα μικρά πράγματα που κάνετε, συνήθως, ασυναίσθητα, όπως το βούρτσισμα των δοντιών σας.

«Όταν εξασκείστε δίνοντας προσοχή σε εκείνες τις στιγμές που δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για εσάς, θα είναι πιο εύκολο, μετά, να μπορείτε να δώσετε προσοχή και σε όσες στιγμές έχουν σημασία», συνεχίζει η Δρ. Κίλκους.

Βοηθήστε το μυαλό σας να ηρεμήσει. Αυτό θα ενισχύσει τον μετωπιαίο λοβό σας, ο οποίος εμπλέκεται στην κωδικοποίηση και την ανάκτηση της μνήμης, καθώς και στη διαχείριση του άγχους, λέει ο Δρ. Μέντνικ, συγγραφέας του επερχόμενου “The Power of the Downstate”. Ο Δρ. Μέντνικ συνιστά καθημερινό διαλογισμό, γιόγκα ή, απλώς, αργές βαθιές αναπνοές για τουλάχιστον 10 λεπτά την ημέρα. Κάνε μια βόλτα, κατά προτίμηση, στη φύση. Επικοινωνήστε με κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο- συζητήστε, αγκαλιαστείτε, ελάτε πιο κοντά. Όταν νιώθετε οικεία με κάποιον, μειώνεται το άγχος σας, καθώς νιώθετε πιο ασφαλείς και ότι σας φροντίζουν, αναφέρει ο Δρ. Μέντνικ. Πάρτε έναν υπνάκο. Ο ολιγόωρος ύπνος απομακρύνει τις τοξίνες από τον εγκέφαλο, οι οποίες μπορούν να μπλοκάρουν τις νοητικές διεργασίες, συνεχίζει ο ίδιος.

Να είστε «κοινωνικά παρόντες». Να δίνετε την πλήρη προσοχή σας στους άλλους, όταν συζητάτε μαζί τους. Αν το κάνετε αυτό, θα σας βοηθήσει να θυμηθείτε καλύτερα τι θέλετε να πείτε καθώς συζητάτε- επειδή το μυαλό σας δεν θα αποσπάται ή δεν θα υπερφορτώνεται με περαιτέρω πληροφορίες – και θα θυμάστε ευκολότερα τι ειπώθηκε, αναφέρει η Τζέανιν Τέρνερ, καθηγήτρια επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν.

Άρα, και πάλι: αφήστε κάτω το τηλέφωνό σας. Κλείσε την τηλεόραση. Και πραγματικά δώστε απόλυτη προσοχή σε ό,τι λέει το αγαπημένο σας πρόσωπο. Μην περιμένετε απλώς τη σειρά σας για να απαντήσετε.

«Πρέπει να προσεγγίζουμε σκόπιμα την κάθε συζήτηση», προσθέτει η Δρ. Τέρνερ. «Αν δεν υπάρχει βαθιά επικοινωνία, πώς γίνεται να θυμόμαστε τι συνέβη;»

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο