Παράλληλα, κρούει του κώδωνα του κινδύνου λέγοντας πως αν χαθεί η εκκλησιαστική περιουσία αυτό θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα στο κοινωνικό της έργο. Το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας θα τεθεί όπως προεξοφλείται και στη συνάντηση που θα έχει σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στο πλαίσιο των τακτικών επαφών των δύο ανδρών.

Ουσιαστικά ο Αρχιεπίσκοπος και η ιεραρχία αντιδρούν καθώς διαπιστώνουν ότι με τους δασικούς χάρτες μοναστηριακά ακίνητα που ήταν χαρακτηρισμένα με νόμους ως καλλιεργήσιμες εκτάσεις τώρα «βαφτίζονται» δάση. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε μόλις την περασμένη Παρασκευή ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα με στόχο να κινητοποιήσει την κυβέρνηση. Ο Αρχιεπίσκοπος αποκαλύπτει ότι στη συνάντηση που είχε με τον υπουργό στις 24 Μαρτίου συζήτησαν και το θέμα των δασικών χαρτών. Αναφέρει μάλιστα ότι είχε υπογραμμίσει στον αρμόδιο υπουργό ότι τα θέματα στις σχέσεις Εκκλησίας - Πολιτείας έχουν αντιμετωπιστεί με Προεδρικά Διατάγματα από τα έτη 1930 και 1952.

Εν συνεχεία ο Αρχιεπίσκοπος απευθυνόμενος στον υπουργό του επισημαίνει εκ νέου ότι με τους δασικούς χάρτες κινδυνεύει να χαθεί και η τελευταία εκκλησιαστική περιουσία. «(…)Επειδή με τα μελετώμενα έργα (σ.σ. εννοεί τους δασικούς χάρτες) εξανεμίζεται και η τελευταία εναπομείνασα περιουσία της Εκκλησίας, σας υποσχέθηκα ότι θα ασχοληθώ προσωπικά με το θέμα αυτό και θα σας ενημερώσω. Σας στέλνω λοιπόν σήμερα το τεύχος της μικρής εργασίας μου που περιλαμβάνει: 1) Τα πρακτικά της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου που αναφέρονται στο θέμα αυτό. 2) Τα Προεδρικά Διατάγματα του 1930-33 και 3) Το Προεδρικό Διάταγμα της Σύμβασης Εκκλησίας και Πολιτείας του 1952».

Το «τεύχος της μικρής εργασίας» που έστειλε ο Ιερώνυμος στον υπουργό είναι το νέο βιβλίο του Αρχιεπισκόπου, με τίτλο «Διατηρητέα και εκποιητέα μοναστηριακή περιουσία». Πρόκειται για ένα βιβλίο που έγραψε τον περασμένο Απρίλιο με αποκλειστικό σκοπό, σύμφωνα με τις πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», να αποδείξει με τεκμήρια στην κυβέρνηση ότι με την προώθηση των δασικών χαρτών η Πολιτεία πάει να πάρει και την τελευταία εναπομείνασα περιουσία της Εκκλησίας. Η συγγραφή του βιβλίου έγινε μάλιστα στον χώρο που χρησιμοποιεί συχνά ο Αρχιεπίσκοπος ως ησυχαστήριό του, για να ξεκουράζεται και να μελετάει, στο μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων στη Ζάλτσα Βοιωτίας.

Στο 142 σελίδων πόνημά του ο Αρχιεπίσκοπος είναι εμφανές ότι θέλει να αποδείξει με ντοκουμέντα και στοιχεία ότι η Πολιτεία στο παρελθόν έχει νομοθετήσει και έχει ξεκαθαρίσει τη μοναστηριακή περιουσία και έχει ορίσει ποιες εκτάσεις είναι καλλιεργήσιμες. Μέσα στο βιβλίο υπάρχουν δηλαδή τα Προεδρικά Διατάγματα του 1933 και του 1952 που ορίζουν ποια περιουσία της Εκκλησίας είναι διατηρητέα. Αναφέρει παραδείγματα τεσσάρων μοναστηριών της Βοιωτίας (Ιερουσαλήμ, Δομβούς, Οσίου Λουκά, Σαγματά) με στόχο να δείξει ότι κατέχουν συγκεκριμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Εκεί δηλαδή αναφέρεται με λεπτομέρεια ότι τα μοναστήρια διαθέτουν εκτάσεις με ελαιόδεντρα, αμπέλια χώρους βοσκής σε συγκεκριμένες τοποθεσίες. Ουσιαστικά ο Αρχιεπίσκοπος επισημαίνει στην κυβέρνηση και τον αρμόδιο υπουργό πως είναι οξύμωρο μοναστηριακές εκτάσεις που πριν από 100 χρόνια είχαν χαρακτηριστεί - με τη βούλα του νόμου - καλλιεργήσιμες εκτάσεις, τώρα να θεωρούνται δάση.

Το τρίτο βιβλίο

Το βιβλίο «Διατηρητέα και εκποιητέα μοναστηριακή περιουσία» είναι το τρίτο βιβλίο που γράφει ο κ. Ιερώνυμος για την εκκλησιαστική περιουσία από τότε που εξελέγη Αρχιεπίσκοπος. Είχε προηγηθεί το 2012 το «Εκκλησιαστική περιουσία και μισθοδοσία του κλήρου» και το 2020 το «Συνοπτική θεώρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας». Είναι πρόδηλο ότι θέλει να αφήσει το στίγμα του στο θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας. Επιθυμεί να δείξει ότι έκανε τα πάντα για να προστατέψει την εκκλησιαστική περιουσία με στόχο τα έσοδά της να επιστρέφουν στον λαό. Εξάλλου από τον ενθρονιστήριο λόγο του το 2008 είχε φανεί ότι αυτό το θέμα θα αποτελέσει προσωπικό του στοίχημα. «Οι πόροι της Εκκλησίας πρέπει να εξαργυρώνονται στη διακονία του ποιμνίου της και επομένως τα έσοδα από τη διαχείριση της περιουσίας της να επιστρέφουν στον λαό» είχε πει.

Οταν η Πολιτεία όρισε καλλιεργήσιμες εκτάσεις
Οι περιπτώσεις των μοναστηριών Δομβούς, Ιερουσαλήμ, Οσίου Λουκά

Στο βιβλίο του ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος παραθέτει και συγκεκριμένα παραδείγματα από μοναστήρια με στόχο να δείξει ότι η Πολιτεία έχει αποφανθεί στο παρελθόν πως οι εκτάσεις που κατέχουν είναι καλλιεργήσιμες (αμπέλια, ελαιώνες) και όχι δάσος.
Ειδικότερα ο Αρχιεπίσκοπος στο παράρτημα του βιβλίου επισυνάπτει το Προεδρικό Διάταγμα του 1933 με το οποίο ορίζεται ως διατηρητέα περιουσία, παραμένουσα στη διαχείριση της Ιεράς Μονής Οσίου Σεραφεί ή Δομβούς, της Μονής Ιερουσαλήμ και της Μονής Οσίου Λουκά της Μητρόπολης Θηβών και Λεβαδείας. Στον σχετικό πίνακα φαίνονται τα κτήματα δηλαδή που παραμένουν στην κατοχή της μονής Δομβούς και η τοποθεσία τους. Ανάμεσά τους είναι ελαιώνες (10.000 ελαιόδεντρα) στην παραλία Ζαλίτσα, άμπελος πέριξ της Μονής, λαχανόκηπος στην περιοχή Μακαριώτισσα, αγρός στη Ριζίστρα.
Αντίστοιχα, με το ίδιο Προεδρικό Διάταγμα, ορίζεται για τη Μονή Ιερουσαλήμ ως παραμένουσα έκταση στη διαχείριση του μοναστηριού, βόσκημα στο Ακρινό Νερό της περιφέρειας Δαυλείας αλλά και ποιμνιοστάσιο στην ίδια περιφέρεια.
Αλλά και για την περίπτωση του μοναστηριού του Οσίου Λουκά, ο Αρχιεπίσκοπος παραθέτει τον πίνακα από το Προεδρικό Διάταγμα του 1933 που ορίζει ποιες εκτάσεις παραμένουν στη διαχείριση της Μονής. Από τον πίνακα προκύπτει ότι η Μονή Οσίου Λουκά διαθέτει ελαιώνα 1.000 στρεμμάτων στην περιοχή Μετόχι Ελαιώνος, τον Ελαιώνα Κέρεσι (35.000 στρέμματα) στην περιφέρεια Διστόμου - Δαυλείας, το βόσκημα «Ταρσός» στην περιφέρεια Κυριακίου - Στειρίου.