Ζωζώ Νταλμάς : Η θρυλική ντίβα των τσιγάρων «Sante» και ο έρωτας με τον Κεμάλ Ατατούρκ | tanea.gr
Μια εκπληκτική ιστορία κρύβει η φωτογραφία και η ηρωίδα που κοσμεί το θρυλικό πακέτο τσιγάρα «Σαντέ» ή «Sante». Η κοκκινομάλλα που βρέθηκαν στα χέρια εκατοντάδων χιλιάδων καπνιστών τις προηγούμενες δεκαετίες έχει μια ιστορία που θα άξιζε κανείς να μάθει.
Χαρισματική πρωταγωνίστρια του προπολεμικού μουσικού θεάτρου, η πανέμορφη Ζωζώ Νταλμάς (Ζωζώ Σταυρίδη) έκαψε πολλές καρδιές,  ανάμεσά τους και εκείνη του ηγέτη των Τούρκων Κεμάλ Ατατούρκ, ενώ η μορφή της «πέρασε» και στις επόμενες γενιές, καθώς ήταν το κορίτσι στο πακέτο τσιγάρων Sante.
«Γλεντώ, πίνω, αγαπώ. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς γλέντι, χωρίς έρωτα. Οι άνθρωποι τυλίγουν τη ζωή με πολλή ετικέτα, τη φορτώνουν με σοβαρότητα. Κι αυτό είναι το δράμα τους. Ο έρωτας και το γλέντι λύνουν από τη ζωή τα δεσμά και της δίνουν έναν τόνο ελαφρότητας που είναι στη φύση της» αναφέρει στα απομνημονεύματά της.
Τα «Sante» πρωτοκυκλοφόρησαν σχεδόν το 1931,  και όλοι αναρωτιόντουσαν ποια είναι η γυναίκα, η φωτογραφία της οποίας κοσμεί το πακέτο.
Η εταιρεία ανέθεσε σε ένα ζωγράφο να στολίσει το πακέτο με το πρόσωπο μιας όμορφης γυναίκας που καπνίζει. Για πολλά χρόνια, σχεδόν όλη η Αθήνα συζητούσε για την ταυτότητά της. Άλλοι έλεγαν ότι είναι η αγαπημένη του ζωγράφου, άλλοι ότι είναι γνωστή Αθηναία της εποχής. Όλα αυτά μέχρι που αποκαλύφθηκε ότι ήταν η Ζωζώ Νταλμάς, διάσημη ηθοποιός, χορεύτρια και ντίβα της οπερέτας.
Γεννήθηκε στην Πόλη το 1905, μεγάλωσε  στη Θεσσαλονίκη. Έμαθε πιάνο, τραγούδι και χορό στο «Ωδείον Γρεκού» και μετά, πήρε κάποια μαθήματα  στο Μιλάνο, ίσως γιατί φιλοδοξούσε να γίνει τραγουδίστρια της όπερας. Ξεκίνησε  ως χορεύτρια στη μακεδονική πρωτεύουσα με τον θίασο Ένκελ («Πριγκίπισσα της Τσάρντας») και μετά με τον ίδιο θίασο  ήρθε στην Αθήνα, για να γίνει σουμπρέτα και πρωταγωνίστρια. Ακολούθησαν: τουρνέ στην Αλεξάνδρεια (με «Σοκολατένιο Στρατιώτη»), εμφανίσεις στο Θέατρο «Ολύμπια» (με «Λεμπλεμπιτζή Χορχορ Αγά»), κ.λπ.Ως ηθοποιός, πρωτοεμφανίστηκε στην οπερέτα «Ανοιξιάτικο αεράκι». Το 1923 σημείωσε μεγάλη επιτυχία στη «Φρασκουίτα» του Λέχαρ (Θέατρο «Παπαϊωάννου»). Ως θιασάρχης, εμφανίστηκε στα Θέατρα: «Απόλλων», «Μοντιάλ», «Μακέδου», «Ιντεάλ», «Αλάμπρα» «Κεντρικόν», «Λαού», κ.ά.
Έδωσε επίσης παραστάσεις στο Θέατρο «Ζωζώς» (που λειτουργούσε στην πλατεία Κυψέλης, φέροντας το όνομά της). Μεγάλη επιτυχία της υπήρξε η «Μπαγιαντέρα» του Κάλμαν, όπως και το «Κοκτέιλ» του Ρ. Μπενάτσκυ (το 1933 στο «Κεντρικόν»).
Έδωσε πολλές συναυλίες και ρεσιτάλ χορού και τραγουδιού με διεθνές πρόγραμμα. Έκανε επίσης άπειρες περιοδείες, ψυχαγωγώντας τους απόδημους Έλληνες, μα και το αλλόγλωσσο κοινό.
Έπαιξε και στον κινηματογράφο: 7 ταινίες στην Τουρκία (σε παραγωγή «Ιπέκ Φιλμ») και ορισμένες στο Παρίσι («Η καρδιά μου κτυπά», κ.λπ.) επίσης στην Ελλάδα: «Έρως και Κύματα» (1927), «Δις Δικηγόρος» (1933), κ.λπ.
Εγραψε:
«Όλες κι όλες οι αποσκευές μου ήτανε μία ομπρέλα, ένα κουτί που πληρούσε χρέη βαλίτσας, δυο αλλαξιές και ένα φουστάνι πένθιμο που φορούσα (είχε πεθάνει η μητέρα μου)»Ένας αράπης πρίγκιπας πήρε τη θέση του στην καρδιά μου και από το σανίδι βρέθηκα στα χαρέμια του. Χαρέμι, καφάσι, τσαρτσάφι, φερετζέ, απ’ όλα. Σκλάβα όμως κατά τα φαινόμενα. Πραγματικός σκλάβος ήταν ο πρίγκιπας που την είχε φάει κατακούτελα. Και τι δεν ξόδευε για μένα. Τα μπριγιάντια δεν ήξερα πού να τα βάλω. Στόλιζα μ’ αυτά και τις καλτσοδέτες μου, ακόμη και τις τόκες των παπουτσιών μου. Και λίρα με ουρά! Αλλά εγώ δεν είχα ιδέα του χρήματος. Τα τσεκ τα έχωνα μέσα στα παπούτσια μου στα ντουλάπια. Αυτή η νύχτα της Χαλιμάς κράτησε οχτώ ολόκληρους μήνες. Στο διάστημα αυτό γυρίσαμε όλο τον κόσμο. Βενετία, Μιλάνο, Παρίσι».
Η ζωή της σημαδεύτηκε από πολλούς και θυελλώδεις έρωτες. Σημαντικότερος εξ αυτών με τον Κεμάλ Ατατούρκ με τον οποίο γνωρίστηκαν σε ένα νυχτερινό μαγαζί που χόρευε η Ζωζώ. Όταν τελείωσε τον χορό την κάλεσε στο τραπέζι του και στην συνέχεια πέρασαν τη νύχτα μαζί. Στις 6.30 το επόμενο πρωί, ο Κεμάλ έφυγε, έδωσε εντολή στο υπηρετικό προσωπικό, όταν εκείνη ξυπνήσει να την περιποιηθούν ενώ της άφησε κι ένα χαρτονόμισμα χιλίων λιρών στο κομοδίνο «διά τις καλές της υπηρεσίες».
Η Ελληνίδα ντίβα, όπως ήταν φυσικό, ένιωσε προσβεβλημένη αλλά δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, δεν ήταν του χαρακτήρα της. Πήρε το χαρτονόμισμα στα χέρια της για να το σκίσει, αλλά βλέποντας πάνω σε αυτό τυπωμένο το πρόσωπο του Κεμάλ αποφάσισε να δράσει διαφορετικά. Πήρε ένα ψαλίδι και έκοψε προσεχτικά το κομμάτι που ήταν η εικόνα του. Το υπόλοιπο κομμάτι με την τρύπα στη μέση το άφησε στη θέση του μαζί με ένα σημείωμα που έγραφε: «Από αυτό που μου αφήσατε πήρα μόνο αυτό που μου χρειαζόταν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο».

Λουλούδια και κοσμήματα

Ο Κεμάλ φάνηκε να συγκλονίζεται από την κίνηση αυτή. Το βράδυ της έστειλε στο θέατρο λουλούδια κι ένα πανάκριβο κόσμημα. Η Ζωζώ τα γύρισε πίσω. Το άλλο βράδυ τα ίδια, μέχρι που τελικά η Ελληνίδα ντίβα υπέκυψε στο αδιάκοπο φλερτ του Τούρκου ηγέτη και οι δυο τους ξεκίνησαν ένα δεσμό ο οποίος κράτησε πολλά χρόνια, έως και λίγο πριν από τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο έρωτας αυτός, ωστόσο, σε συνδυασμό με κάποιες (αρκετές είναι η αλήθεια) επισκέψεις που έκανε η Ζωζώ στον Ελευθέριο Βενιζέλο (οι οποίες συνέπιπταν με την επιστροφή της από τα ταξίδια της στην Τουρκία) ήταν αρκετά ώστε να φουντώσουν οι φήμες πως η ντίβα κρατούσε με επιτυχία και τον παράλληλο ρόλο της κατασκόπου.
Η ίδια η Ζωζώ, ωστόσο, σε μία συνέντευξή της φρόντισε να δώσει τροφή στα σενάρια. «Κατάσκοπος δεν ήμουνα, Ελληνίδα ήμουνα… Και τα διαμάντια και τα χρυσαφικά που με γέμισαν Αιγύπτιοι πρίγκιπες και Τούρκοι πασάδες, στην οικογένειά μου και σε φτωχά κορίτσια τα μοίρασα», είχε πει.Πέρα από τη δόξα και την ξέφρενη ζωή, ωστόσο, η Ζωζώ έζησε και στιγμές τραγικές. Τραγικότερη όλων τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστη στην κατοχή στα υπόγεια της Γκεστάπο. Οι ναζί την βασάνισαν επειδή εκείνη δεν κατέδωσε συναδέλφους της που ήταν στην αντίσταση. Αποτέλεσμα των βασανιστηρίων ήταν να χάσει το τεσσάρων μηνών μωρό που είχε στην κοιλιά της.
Η τελευταία της «παράσταση» δόθηκε στις 2 Αυγούστου 1988. Το τέλος της ζωής της τη βρήκε να ζει σε ένα δυάρι, δύο υπόγεια κάτω από τη γη, στην οδό Τρικάλων στους Αμπελόκηπους, όπου της πήγαιναν φαγητό οι γείτονες και κάποιοι άνθρωποι του θεάτρου. Τα ένσημα που είχε μαζέψει δεν ήταν αρκετά για να βγάλει τη σύνταξη. Από την γεμάτη πλούτη ζωή της, δεν είχε κρατήσει απολύτως τίποτα για την ίδια και πέθανε μόνη.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή η Ζωζώ Νταλμάς πέθανε μόνη σε ένα οίκο ευγηρίας και πως πώς τα έξοδα για την κηδεία της τα ανέλαβε ένας παλιός χορευτής και θαυμαστής της, ο Δημήτρης Ιβάνωφ στον οποίο λίγο πριν αφήσει την τελευταία της πνοή είχε πει: «Άναψε ένα κεράκι στην Παναγία για να ξεκουραστώ».